Αρκαδία τόπος μεταναστών και προσφύγων

του Παν. Βέμμου

Αρκαδία, η μεσόγειος Πελοπόννησος, τόπος ορεινός και φτωχός, σε επαφή με τους ισχυρούς Δωριείς της Σπάρτης στην αρχαιότητα, που διαχρονικά επεδίωκαν να τη θέσουν υπό την κυριαρχία τους. Αυτοί είναι δύο βασικοί λόγοι που από τα προϊστορικά χρόνια έχουμε εξόδους Αρκάδων. Οι εξόδοι αυτοί είτε ως μετανάστες, είτε ως πρόσφυγες διαπιστώνεται πέρα από ιστορικές πηγές και από την διάδοση της αρκαδικής διαλέκτου στον Πόντο (Τραπεζούντα), στα παράλια της Μικράς Ασίας, στην Κύπρο και Κρήτη (πόλεις Αρκαδία και Γόρτυνα). Στο ίδιο διάστημα οι αρκαδικές πόλεις δέχονται πρόσφυγες από γειτονικές πόλεις – κράτη αποτέλεσμα των εμφυλίων αντιπαραθέσεων σ’ αυτές.



Στα μεσαιωνικά χρόνια να μνημονεύσουμε πρώτα την μετανάστευση στην Αρκαδία σλαβικών φυλών (6ος αιώνας μ.Χ.) και αργότερα στα υστεροβυζαντινά χρόνια Αλβανών. Οι κάτοικοι αυτοί σταδιακά προσαρμόσθηκαν και τελικά αφομοιώθηκαν από τον πιο ισχυρό πολιτιστικά ντόπιο ελληνικό πληθυσμό. Αυτό που έμεινε απ’ αυτά τα γεγονότα είναι διάφορα τοπωνύμια σλάβικα (Στεμνίτσα, Βυτίνα κ.α) και αρβανίτικα (Σιλίμνα, Αλβάνιτσα κ.α.)

Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας και ιδιαίτερα μετά την εξέγερση του 1770 έχουμε την είσοδο στο Μωριά ισχυρών τουρκο-αλβανικών δυνάμεων για την καταστολή της. Οι διώξεις που ακολούθησαν ανάγκασε πολλούς κατοίκους να καταφύγουν ως πρόσφυγες στην Ύδρα και στην απροσπέλαστη και αραιοκατοικημένη τότε Κυνουρία. Απ’ τους πρόσφυγες της Ύδρας, σε 7.000 τους ανεβάζει ο ιστορικός Μ. Σακελλαρίου στο βιβλίο του «Η Πελοπόννησος κατά την δευτέραν τουρκοκρατίαν» διεπεραιώθησαν στα νησιά του Αιγαίου και την Μ. Ασία (Πέργαμο και Σμύρνη). Μεταξύ αυτών, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει, και οικογένειες από Δημητσάνα και Ζάτουνα.

Στα νεώτερα χρόνια αναφέρουμε ότι στην οικονομική κρίση στα τέλη του 19ου αιώνα, ποιός ξεχνά το «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» του Χ. Τρικούπη, χιλιάδες Αρκάδες μετανάστες οδηγήθηκα στην Ευρώπη και κυρίως στις Η.Π.Α.

Ακολούθησε η Μικρασιατική Καταστροφή και περίπου 1,5 εκατ. πρόσφυγες φθάνουν στην Ελληνική επικράτεια, κάποιες εκατοντάδες απ’ αυτούς στην Τρίπολη. Η αντιμετώπισή τους από τον ντόπιο πληθυσμό δεν ήταν ιδιαίτερα φιλική παρά το γεγονός ότι ήταν ομοεθνείς και ομόθρησκοι. Έπρεπε να περάσουν είκοσι χρόνια και η σκληρή περίοδος της Κατοχής για να γίνει η οριστική ενσωμάτωσή τους στην τοπική κοινωνία.

Ο Εμφύλιος στη συνέχεια, που στην αποκομμένη Πελοπόννησο πήρε τον πιο άγριο και φρικτό χαρακτήρα και οι μετεμφυλιακές τοπικές συνθήκες που διαμορφώθηκαν, οδήγησαν δεκάδες χιλιάδες Αρκάδες σε φυγή. Συνηθίσαμε να τους χαρακτηρίζουμε ως μετανάστες, μήπως όμως σημαντικό μέρος απ’ αυτούς είχε τα χαρακτηριστικά του πρόσφυγα;

Με αυτές τις ιστορικές καταβολές καλούμαστε σήμερα να διαχειρισθούμε ως τοπική κοινωνία το προσφυγικό πρόβλημα. Σίγουρα δεν είμαστε εμείς υπεύθυνοι για την κατάσταση που έχει δημιουργηθεί, όμως είναι γεγονός ότι ελάχιστα αντιδράσαμε στις πολιτικές των επεμβάσεων και των πολέμων που εξυπηρετούσαν τα συμφέροντα των πολυεθνικών, που και οι δικές μας κυβερνήσεις σιγόνταραν. Μπορούσαμε όμως και μπορούμε να συμβάλλουμε στην ενίσχυση ενός εξελισσόμενου κινήματος αντιπαράθεσης στον πόλεμο και το φασισμό που επιχειρείται και δημιουργεί προϋποθέσεις έντασης του προσφυγικού προβλήματος. Να κατανοήσουμε ότι ο πρόσφυγας δεν είναι ο θύτης στο δικό μας πρόβλημα της ανεργίας και της φτώχειας, αλλά είναι και αυτός κυρίως το θύμα.

Το προσφυγικό πρόβλημα είναι αποτέλεσμα των εξωτερικών επεμβάσεων, των εμφύλιων πολέμων και της κλιματικής αλλαγής, δεν είναι ένα πρόσκαιρο ζήτημα και δεν αντιμετωπίζεται με προσωρινά μέτρα. Η γεωγραφική κατανομή, ενός μικρού σήμερα αριθμού προσφύγων, δεν λύνει ούτε ανακουφίζει το πρόβλημα αφού δεν αντιμετωπίζει τις άμεσες συνέπειές του. Δεν λύνεται το πρόβλημα της τοπικής εργασιακής απασχόλησης των προσφύγων, της μόρφωσης των νέων και της ένταξής του στις τοπικές κοινωνίες. Έτσι θα έχουμε εντάσεις και αντιπαραθέσεις που ήδη κάποιες διαφαίνονται στα κέντρα κράτησης και τους καταυλισμούς και τις αντιδράσεις τοπικών κοινωνιών που συνδαυλίζονται από φασιστικά στοιχεία. Οι «φράχτες» και η κοινωνική αντιπαράθεση στους πρόσφυγες γίνεται το μέσο για αντεργατικά, αντιδημοκρατικά μέτρα που πλήττουν συνολικά τους εργαζόμενους.

Η περισυλλογή, η περίσκεψη και η ανθρωπιστική αντιμετώπιση των προσφύγων είναι “εκ των ουκ άνευ ” αρχές που οφείλουμε να υπηρετήσουμε, ταυτόχρονα με μια πρόταση ανασυγκρότησης του τόπου, διότι δεν φθάνει να θέλεις αλλά πρέπει και να μπορείς .

Σ’ αυτό το πρόγραμμα κυρίαρχη θέση πρέπει να έχει η παραγωγική ανασυγκρότηση του τόπου με αξιοποίηση: των χέρσων αγροτικών εκτάσεων, των υποδομών της βιομηχανικής περιοχής και του ενεργειακού κέντρου, την επαναλειτουργία του τραίνου, τη στήριξη του εμπορίου και του ορεινού τουρισμού. Να γίνει κυρίαρχο αίτημα να αρθούν οι αιτίες που οδήγησαν στην κρίση και τα μνημόνια για μια άλλη προοπτική ώστε να σταματήσει ο μαρασμός και η ερήμωση του τόπου.

Τρίπολη Ιούνιος 2016

Τα κείμενα που φιλοξενούνται στην ενότητα ΑΠΟΨΕΙΣ του παρόντος ιστοχώρου, δημοσιεύονται αυτούσια και εκφράζουν τις απόψεις των συγγραφέων τους και όχι της Δημοτικής Ραδιοφωνίας Τρίπολης ή της ΔΕΠΕ Τρίπολης.

Προηγούμενο άρθροΤοποθέτηση Παπαηλιού στη Βουλή για τον αναπτυξιακό νόμο
Επόμενο άρθροΠαρουσίαση δημιουργικού εργαστηρίου «Τελεία και Παύλα»
Αργύρης Καρδαράς
Δημοσιογράφος, Δημοτική Ραδιοφωνία Τρίπολης 91,5