Ὁδοιπορικό μέ τούς νέους στήν «Κυρά τῆς Ρούμελης»

Τοῦ ἀρχιμ.Ἰακώβου Κανάκη
Μιά ἰδέα καρφώθηκε στό μυαλό μας ἕνα πρωϊνό γιά ἕνα ὁδοιπορικό στήν Κυρά τῆς Ρούμελης, στήν Παναγία τήν Προυσιώτισσα! Μέ τά πόδια ἀπό τό Καρπενήσι ἔως ἐκεῖ, τί λέτε; Νά πᾶμε, ἀπάντησαν τά παιδιά, εὐλογία θά εἶναι! Ὅλα τότε, σιγά-σιγά, ἄρχισαν νά ὀργανώνονται καί κυρίως, νά σχεδιάζονται μέσα στήν καρδιά μας. Οἱ μέρες περνούσαν καί τά παιδιά ρωτούσαν τό πῶς θά πᾶμε, τί θά κάνουμε κτλ. Ἡ ἀπάντηση σχεδόν στερεότυπη, θά δεῖτε, θά μᾶς ὁδηγήσει σέ ὅλα ἡ Παναγία. Θά ὁδοιπορήσουμε νύχτα καί γιά περίπου ἔξι ἔως ἐπτά ὤρες. Τό βράδυ ἐκεῖνο δέν θά τό ξεχάσουμε ποτέ!   

Συνάντηση στίς δέκα τό βράδυ, ἔξω ἀπό τό δημαρχεῖο τοῦ Καρπενησίου. Περίπου 35 νέοι ἄνθρωποι μέ φακούς, μπαστούνια, σκουφιά, ἀναγκαία, βέβαια, ὅλα αὐτά γιά τήν ὁλονύχτια προσπάθεια. Τό κρύο τσουχτερό! Ξεκινᾶμε, λέγοντας τό ἀπολυτίκιο τῆς Παναγίας καί ὁ Θεός βοηθός! Ἡ ὤρα ξεκίνησε νά περνᾶ καί ταυτόχρονα, τό κρύο νά δυναμώνει ὅσο πιό πολύ προσεγγίζαμε στά ποτάμια. Ἡ μιά ἔκπληξη διαδεχόταν τήν ἄλλη. Ἕνα σκυλί ἀπό τό «πουθενά» ἐμφανίζεται μπροστά μας καί γίνεται ὁ φύλακά μας, ὁ φύλακας ὅλων τῶν παιδιῶν. Γύριζε γύρω ἀπό τόν καθένα, ὁδηγοῦσε τήν πορεία, πήγαινε στό τέλος καί ἐνίσχυε αὐτούς πού βρέθηκαν ἀπό κούραση πιό πίσω. Τό μόνο πού δέν εἶχε, ἦταν ἀνθρώπινη λαλιά. Σέ λίγο, καί μιά γάτα βρέθηκε μαζί μας, μέσα στό βουνό! Τί φοβερό, ὅλη ἡ δημιουργία, ἄνθρωποι, ζῶα, ἡ κτίση ὁλόκληρη, πορεύονται ἀρμονικά, γιά νά προσκυνήσουν τήν μητέρα τοῦ πλαστοῦ καί δημιουργοῦ! Καί εἶναι βέβαιο ὅτι καί ἄγγελοι βρίσκονταν στήν ἱερή αὐτή ἀκολουθιά! Ἡ πορεία συνεχιζόταν μέ δυνατά ψαλσίματα, ἀφού κανέναν δέν μποροῦσε νά ἐνοχληθεῖ, ὁ μόνος πού ἄκουγε σέ ἐκείνη τήν ἐρημιά ἦταν ὁ ἴδιος ὁ Θεός! Καί ὅμως νομίζαμε ὅτι ἦταν ἔτσι τά πράγματα. Ὑπηρχε ἕνα σπίτι στά ἀπόμερα στό ὁποῖο, μόλις ἡ γυναίκα κατάλαβε ὅτι μέσα στή νύχτα, κάποιοι περνοῦν, σηκώθηκε μᾶλλον φοβισμένη! Βγαίνοντας, ὅμως, στό μπαλκόνι φώναξε: «βοήθειά σας παιδιά» καί ἔσκυψε μέ μιά ἁπλότητα καί ταπείνωση τό κεφάλι της. Ἀνταποδώσαμε τόν χαιρετισμό, διδαχθήκαμε ἀπό τήν σύντομη εὐλάβειά της καί συνεχίσαμε. Τά πρώτα δείγματα  κοπώσεως κάνουν τήν ἐμφάνισή τους. Οἱ κουβέντες μεταξύ μας ἀρχίζουν καί ἀραιώνουν, γιατί ὁμιλία καί βάδισμα δέν πηγαίνουν μαζί. 
«Στάση θά γίνει στά Πατήματα τῆς Παναγίας»! Τί στάση εὐλογημένη ἦταν ἀλήθεια αὐτή; Ψάλλαμε μέ τήν καρδιά μας, ὅλοι μαζί, πράγματι «ἐν ἐνί στόματι καί μιά καρδία». Τό ψῦχος γινόταν ὅλο καί πιό δυνατό, γιατί βρισκόμασταν πλέον παράλληλα στό ποτάμι, πού εἶχε ξεκινήσει μιά συναυλία παφλασμῶν. Ἡ κούραση σέ λίγο δέν ἔδινε πλέον καμμία  δυνατότητα γιά συζήτηση. Ὁ καθένας μόνος, δεόμενος, δίνοντας κουράγιο στόν ἑαυτό του, προχωρούσε. Στά τελευταία χιλιόμετρα μιά ἀνηφόρα πού δέν εἴχαμε  ὑπολογίσει. Ἔβαλαν ὅλοι, ὅλες τίς δυναμείς τους καί κάποια στιγμή, τό αὐτοκίνητο πού μᾶς συνόδευε, εἴδε στήν ἔνδειξη τοῦ ταμπλό τόν τερματισμό τῆς ἀπόστασης, λέγοντας: «δύο χιλιόμετρα ἀκόμα». Πήραμε θάρρος! Προχωρούσαμε μέσα στό ἀπόλυτο σκοτάδι. Ἔχουν δημιουργηθεῖ τώρα πολλές ξεχωριστές ὁμάδες, ἄλλοι, βέβαια, ἐντελῶς μόνοι, ἀνάλογα μέ τίς ἀντοχές του ὁ καθένας. Σέ λίγο, ἀκούσαμε ψαλμωδίες, ἦταν ἀπό τά μεγάφωνα τῆς μονῆς. Δέν ἄργησε νά δοῦμε καί τό μοναστήρι μέσα στή χαράδρα. « Νῦν ἀπολύεις τόν δοῦλο σου ἐν εἰρήνη, ὅτι εἴδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριον σου…». Φθάσαμε, στό προαύλιο τῆς μονῆς καί κάποιος πρότεινε: «Πάμε μπούσουλα στήν Παναγία;». 
Λοιπόν, ὁ ἕνας πίσω ἀπό τόν ἄλλο σέ σειρά, κουρασμένοι ἀλλά γεμάτοι, ἀτενίσαμε τό πρόσωπο τῆς Παναγίας πού ὀμορφότερο δέν ὑπάρχει. Τότε ξεκουραστήκαμε! Τά ὑπόλοιπα ἔχουν νά κάνουν μέ τήν ψυχή τοῦ καθενός καί μέ τήν Παναγία…
 



Προηγούμενο άρθροΗ ατάκα…της Τάκας! Ένα έργο “Γεφύρι της Άρτας”
Επόμενο άρθροΞεκινά το Τοπικό Σχέδιο Απασχόλησης «Βιο-Αρκαδία» (ήχος)