Η Ιουστινιάνεια Αγία Σοφία & ο “Μαρμαρωμένος Κυβερνήτης”

Η Αγία Σοφία πρόεκυψε από τη σύγκλιση τριών ισχυρών ρευμάτων, των οποίων η συνάντηση και η αλληλοδιείσδυση δημιούργησε τον εμβληματικό αυτό ναό, την Μεγάλη Εκκλησία, στην Πρωτόθρονη Κωνσταντινούπολη:

Τα τρία ρεύματα ήσαν:



  • Η τεχνογνωσία και η τεχνολογία δομής και υλικών.
  • Η πνευματική ανάταση που προσέφερε ο Χριστιανισμός ως βίωμα ζωής και οι συναφείς κυρίαρχες κοινωνικές αντιλήψεις.
  • Ιστορία της εποχής της δομής του Ναού και των προσώπων που την ορίζουν.

Πρέπει να αναφερθεί ότι πολύ νωρίς από το 330 μ.Χ., ο Αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος εγκαινίασε την κατασκευή μιας μεγάλης τρίκλιτης βασιλικής, εφαρμογή αυτοκρατορικού σχεδίου, αφιερωμένη στην «του Θεού Σοφία», δηλαδή στον Υιό και Λόγο του Θεού, στο δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος.

Μετά το Έδικτο των Μεδιολάνων το 313 μ.Χ., κατά το οποίο ο Χριστιανισμός έγινε νόμιμη θρησκεία, εκ μέρους του Μ. Κωνσταντίνου εφαρμόστηκε ένα μεγάλο οικοδομικό πρόγραμμα για την ανέγερση ναών, που ήσαν αφιερωμένοι στον Ιησού Χριστό, όπως:

  • της Γεννήσεως στη Βηθλεέμ
  • της Αναστάσεως στην Ιερουσαλήμ
  • στο Σωτήρα Χριστό (σε πρώτη φάση), στο λόφο Λατερανό στη Ρώμη
  • στην Αγία Σοφία Κωνσταντινουπόλεως

Ο πρώτος ναός της Αγίας Σοφίας, ως τρίκλητη βασιλική, ολοκληρώθηκε το 360 μ.Χ.  από τον υιό του Κωνσταντίνου τον Κωνστάντιο. Μέσα σε αυτόν ακούστηκαν οι πύρινοι λόγοι του Χρυσοστόμου, του Ναζιανζηνού και αναγνώστηκαν τα πρακτικά της Β’ Οικουμενικής Συνόδου και το Σύμβολο της Πίστεως.

Ο ναός πυρπολήθηκε από το εξαγριωμένο πλήθος το 404 μ.Χ. και ανακατασκευάστηκε πάλι στην ίδια θέση ως Αγία Σοφία. Τα εγκαίνια του δεύτερου ναού έγιναν από τον Θεοδόσιο Β’ στις 10 Οκτωβρίου 415 μ.Χ. και ο ναός αυτός ακολουθούσε τον τύπο της Κωνσταντίνειας τρίκλιτης βασιλικής. Και ο δεύτερος ναός της Αγίας Σοφίας πυρπολήθηκε το 532 μ.Χ. κατά τη φοβερή εξέγερση της «Στάσης του Νίκα».

Πολύ γρήγορα, μετά από 39 ημέρες, στις 23 Φεβρουαρίου του 532 μ.Χ., άρχισε η ανακατασκευή του τρίτου Πατριαρχικού ναού από τον Ιουστινιανό, τον οποίο εγκαινίασε στις 27 Δεκεμβρίου του 537 μ.Χ., με μηχανικούς τους Αρχιτέκτονες και Μαθηματικούς, Ανθέμιο από τις Τράλλεις και Ισίδωρο από τη Μίλητο.

Θεωρείται επαξίως θαύμα της Πρωτοβυζαντινής Αρχιτεκτονικής, πρότυπο κατασκευής με άριστα υλικά που ελήφθησαν από όλο το γνωστό κόσμο. Η Στατική θεώρηση υπήρξε πρωτοποριακή, τολμηρή, ευφυής και απλή, με τη στήριξη του τρούλου – θόλου στο μεσαίο κλίτος σε τέσσερα (4) ορθογώνια χωρικά πλαίσια σε τύπο κιβωρίου και τη μεταφορά των φορτίων του τρούλου στα στηρίγματα – πεσσούς μέσω τεσσάρων σφαιρικών τριγώνων.

Η αρχιτεκτονική του ναού, ξεπερνώντας τα πρότυπα της Κωνσταντίνειας Αρχιτεκτονικής, δημιούργησε ένα νέο τύπο της τρουλαίας βασιλικής με περίκεντρη κάτοψη σε πλήρη ανάπτυξη, με υπερώα, αψίδα εκτός του ορθογωνίου του σώματος, νάρθηκα, εξωνάρθηκα, τρίστωο αίθριο και συνοδευόταν από πλήθος προσκτισμάτων και με τη Συμμετρία και Αρμονία των μερών να είναι κυρίαρχα στοιχεία.

Δεν ήταν το δόμημα μόνο αποτέλεσμα κατασκευαστικής ανάγκης και αισθητικής επιδίωξης, αλλά μέσω αυτού ανερχόταν ο άνθρωπος σε ένα υψηλότερο επίπεδο. Ήταν ο λατρευτικός χώρος που εξέφραζε με τέλειο τρόπο την πνευματική δύναμη της εποχής, στον οποίο τελούταν το λατρευτικό γεγονός κατά ουράνιο τρόπο, κάτω από τον ουράνιο θόλο που έλαμπε με τα ψηφιδωτά, όπως το στερέωμα με τα άστρα.

Με σύμβολα, μυστήρια και εικόνες σε πνευματικές και ορατές μορφές αποκαλυπτόταν ολόκληρος ο πνευματικός κόσμος. Η Αρχιτεκτονική ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με τη Θεολογία και επηρεάζονταν μεταξύ τους.

Το Σχέδιο της Αγίας Σοφίας μεταβίβαζε ένα νόημα το οποίο υπερέβαινε την ορατή μορφή της κατασκευής, μέσω του οποίου μεταφερόταν το περιεχόμενο και η ιδέα που εξέφραζε το έργο. Ιδέα η οποία είχε εκφρασθεί από τις αρχιτεκτονικές μορφές, από το Συμβολισμό με θεολογικούς και πολιτικούς όρους και με πνευματικότητα. Ήταν χώρος κοσμικής δημιουργίας, που ταυτιζόταν με το θείο Αρχέτυπο, χρησιμοποιώντας τη μυστική γλώσσα των αρχιτεκτονικών εκφράσεων.

Ο πολυθρύλητος Ναός της Αγίας Σοφίας αποτυπώνει τη μετάβαση από το αρχαίο Ελληνικό κόσμο στο Βυζαντινό, που τελικά, μετά την πρώτη Αλωση της Πόλεως από τους Λατίνους το 1024 μ.Χ., γίνεται πλέον Ελληνικός. Η στέρεη και η βαθιά ελληνική παιδεία και η κατανόηση του κόσμου ήταν γνώρισμα όλων των εποχών της Ανατολικής Χριστιανικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (Βυζαντινής, Pars Orientis).

Το σχέδιο, η δομή και η λειτουργικότητα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα μεταξύ τους , με το σχέδιο να είναι αποτέλεσμα και συνδυασμός του ισχυρού επιστημονικού υποβάθρου της ρωμαϊκής οικοδομικής και των ελληνικών μαθηματικών, ως υποσύνολο της γνώσεως του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Μέσω της Αρχιτεκτονικής προβάλλεται η ιδεολογία και η πολιτική σκέψη του Ιουστινιανού, με στόχο την ανασύσταση, ανανέωση της ενιαίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την αναβίωση μορφών και ύφους του Ελληνορωμαϊκού πολιτισμού.

Υπήρξε μοναδική σε σχέδιο, μέγεθος και πλούτο κατασκευή ευχαριστίας, από τον τελευταίο μεγάλο Ρωμαίο Αυτοκράτορα τον Ιουστινιανό στον Υιό και Λόγο του Θεού, για την επικράτηση του στη Στάση του Νίκα.

Στα καθ’ Ημάς:

Αν λοιπόν η χώρα μας, με τέτοιο Αφήγημα ριζωμένο στην πραγματικότητα και στη δημιουργία και με τέτοιο Σύμβολο παγκόσμιας ακτινοβολίας, δεν μπορεί να παράγει Υψηλή Στρατηγική και αντίστοιχες Πολιτικές, ούτε μπορεί να αξιοποιήσει τη μονομερή και αυθαίρετη ενέργεια της Τουρκίας και την πολιτισμική βεβήλωση της Αγίας Σοφίας, σε μια κατάφωρη παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και του Ευρωπαϊκού κεκτημένου, τότε τα πράγματα είναι αρνητικά για εμάς.

Οποιαδήποτε αναφορά γίνεται, τουλάχιστον από τους Έλληνες, πρέπει να λαμβάνει υπόψη και τα τρία ρεύματα, τις τρείς ιστορικές ροές. Δεν είναι η Αγία Σοφία μόνο ένα Μνημείο Παγκόσμιας Ακτινοβολίας, αλλά έχει εθνική ταυτότητα και κουβαλάει μέσα της, συνεχώς τα φορτία της Πνευματικότητας, του Συμβολισμού και της Θεολογίας που ορίζουν και το χαρακτήρα του.

Καθαγιασμένος τόπος που αγιάστηκε όχι μόνο από την «Του Θεού Σοφία», αλλά και από τους Άγιους, Μάρτυρες και ανθρώπους που συμμετείχαν στα λειτουργικά δρώμενα, στις ψαλμωδίες, στις ομιλίες και από αυτούς τους 23.000 πιστούς, που βρήκαν καταφύγιο στην Αγία Σοφία και σφαγιάστηκαν στις 29 Μαΐου 1453, το βράδυ της Αλώσεως.

Έτσι αντικειμενικά μπορεί να χαρακτηριστεί η τοποθέτηση, στις 10/07/2020, του κ. Μητσοτάκη χλιαρή, ελλιπής, άψυχη, μαρμαρωμένη, με αδιάφορη γλώσσα και πνεύμα το οποίο δυστυχώς ερμηνεύεται εύκολα από τους Τούρκους και ως μη ουσιαστική και αδύναμη αντίδραση για τη μετατροπή του Μουσείου σε Τέμενος – Τζαμί.

Ούτε αναφέρθηκε στη σημασία που έχει η Αγία Σοφία για τους Χριστιανούς και ιδιαιτέρως για τους Έλληνες και την Ορθοδοξία. Είναι ο Ναός Σύμβολο και Έμβλημα του Οικουμενικού Χριστιανισμού και ιδιαιτέρως του Ελληνισμού. Ο Παρθενώνας πιστοποιεί και εκφράζει τον αρχαίο Ελληνισμό, η Αγία Σοφία πιστοποιεί και εκφράζει το νέο Ελληνισμό.

Και στην περίπτωση της Αγίας Σοφίας, η σημερινή πολιτική εξουσία αντιδρά χωρίς αντανακλαστικά, χωρίς κινητοποιήσεις και ενημέρωση, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό, με διχαστικές στο εσωτερικό αντιλήψεις και συμπεριφορές ακατανόητες εθνικά, που συνεργούν και φέρνουν πιο κοντά την «Πτώση», την «Άλωση» και την ηττοπάθεια στους Έλληνες και τη γεωπολιτική συρρίκνωση.

Παρόμοιες συνθήκες διχασμού και εσωτερικών διενέξεων, ερίδων και αντιθέσεων είχαν δημιουργηθεί πριν την Άλωση και τη διευκόλυναν πολύ σημαντικά. Ακόμη και αυτή η μετατροπή, από Μουσείο σε Τέμενος – Τζαμί, υπακούει και ακολουθεί την προσωπική πολιτική του Ερντογάν, που έχει στόχο την αναθεώρηση του κοσμικού κράτους του γενοκτόνου Κεμάλ Ατατούρκ και την αναθεώρηση της Συνθήκης της Λωζάνης και ακόμα γενικότερα, την αποδόμηση του Ατατούρκ και την καταγραφή της ευθύνης του για τη μείωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με την υπογραφή της Συνθήκης.

Συγχρόνως, η υποκειμενική πολιτική του Ερντογάν αντιστοιχεί στους σκοπούς και στα δεδομένα της αντικειμενικής πολιτικής της Τουρκίας, που είναι ξανά η δημιουργία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με όρους κυριαρχίας και όχι θρησκευτικότητας.

Οι επιδιώξεις των Τούρκων κινούνται όπως τα παγόβουνα, που το μεγαλύτερο μέρος τους είναι κρυμμένο στο νερό και παρουσιάζονται σιγά – σιγά.

Και απέναντι σε αυτήν την επικίνδυνη Στρατηγική της Τουρκίας εμείς, πέρα από το ότι δε διαθέτουμε Εθνική Στρατηγική, αντιμετωπίζουμε την όλη κατάσταση με άγνοια, ηθικολογίες, πολιτική ελαφρότητα και τυχαιόητα, με μια αδρανή, αμήχανη και “Μαρμαρωμένη Κυβέρνηση”.

 

Δρ. Απόστολος Ε. Παπαφωτίου

Πολιτικός Μηχανικός Ε.Μ.Π.

Οικονομολόγος Ε.Κ.Π.Α.

Προηγούμενο άρθροΚώστας Τζιούμης: “Δέσμευσή μας η ανάπτυξη και βελτίωση των υποδομών του πρωτογενούς τομέα
Επόμενο άρθροLIVE | Ο Δήμαρχος Τρίπολης Κώστας Τζιούμης επικοινωνεί μέσω facebook με τους πολίτες