Ο μύθος της «δίκαιης ανάπτυξης» και η πραγματικότητα της αντιλαϊκής πολιτικής

Κορυφώνεται αυτό το Σαββατοκύριακο στη ΔΕΘ το «σλάλομ» του πρωθυπουργού, το οποίο περιλάμβανε από επισκέψεις σε καπιταλιστικές επιχειρήσεις και συναντήσεις με επιχειρηματικά – τραπεζικά στελέχη μέχρι την επίσκεψη του Γάλλου Προέδρου Εμ. Μακρόν, που αξιοποιήθηκε ως «μήνυμα εμπιστοσύνης» στην ελληνική οικονομία.

Η κυβέρνηση, υλοποιώντας όλον αυτόν τον προγραμματισμό, τοποθέτησε στην αιχμή του δόρατος της προπαγάνδας της το ευφυολόγημα περί «δίκαιης ανάπτυξης» που δήθεν εξασφαλίζεται για την ελληνική καπιταλιστική οικονομία με την πολιτική της. Πίσω βεβαίως από τον κουρνιαχτό που σηκώνει για «επιστροφή στην κανονικότητα», για τη «μεταμνημονιακή εποχή», για τα ρεκόρ επενδύσεων, την ανάπτυξη που «τα οφέλη της θα επιστρέφουν στους πολλούς», αυτό που υπάρχει είναι όχι μόνο όλα τα αντιλαϊκά μέτρα των μνημονίων που εφαρμόζονται απαρέγκλιτα, αλλά και όσα ήδη περιλαμβάνονται στη νέα φουρνιά της 3ης «αξιολόγησης».



Οχι τυχαία, η κυβέρνηση κομπάζει για την «ψήφο εμπιστοσύνης» που απέσπασε από τον Πρόεδρο της Γαλλίας Εμ. Μακρόν, δηλαδή από τον επικεφαλής μιας κυβέρνησης που διακρίνεται για την αποφασιστικότητά της στο τσάκισμα των εργατικών δικαιωμάτων, υλοποιώντας τη στρατηγική που εδώ και χρόνια είναι αποφασισμένη στην ΕΕ, στο πλαίσιο της εξασφάλισης της ανταγωνιστικότητας των μονοπωλίων. Αυτήν την «τεχνογνωσία» φιλοδοξεί να πάρει η ελληνική κυβέρνηση, βάζοντάς την στο σωρό της «επόμενης μέρας», μαζί με τις επενδύσεις γαλλικών επιχειρηματικών ομίλων που φαίνεται ότι εκτιμούν το αντεργατικό οπλοστάσιο της Ελλάδας.

Δεν είναι πρώτη φορά…

Δεν είναι η πρώτη φορά που ο ίδιος ο πρωθυπουργός και συνολικά η κυβέρνηση πλασάρουν τα συγκεκριμένα φληναφήματα. Αντίστοιχες ήταν και οι τοποθετήσεις τους μετά την ολοκλήρωση της 1ης «αξιολόγησης» και μετά από κάθε συμφωνία με το κουαρτέτο, ενώ κάθε φορά που ετοιμαζόταν η κυβέρνηση να εφαρμόσει ή να φέρει νέα άγρια αντιλαϊκά μέτρα, πάντα επιστράτευε το μύθευμα της «επόμενης μέρας», για να καλλιεργήσει ψεύτικες προσδοκίες στα εργατικά – λαϊκά στρώματα ώστε να δείξουν ανοχή στη βάρβαρη πολιτική της. Βεβαίως, σε αυτό δεν πρωτοτυπεί η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ – ΑΝΕΛ. Το ίδιο αφήγημα παρουσίαζαν και οι προηγούμενες κυβερνήσεις, που πάντα καλούσαν το λαό να κάνει θυσίες λίγο πριν βρεθεί στο «ξέφωτο της ανάπτυξης».

Ο λαός λοιπόν γνωρίζει. Κάθε φορά που άκουγε ότι τα «δύσκολα πέρασαν» και ότι «μπαίνουμε σε νέα φάση», ερχόταν ακόμα πιο βαρύς ο λογαριασμός. Θυμίζουμε ότι η σημερινή κυβέρνηση υποστήριζε με θέρμη την «επιστροφή στην ανάπτυξη» και οι εργαζόμενοι είδαν την κατεδάφιση του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος, το χαράτσωμα στις συντάξεις, τη μονιμοποίηση των κατώτατων και «υποκατώτατων» μισθών, την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, τη μείωση του αφορολόγητου και άλλα φορομπηχτικά μέτρα, για την εξασφάλιση των πρωτογενών πλεονασμάτων που μονιμοποιούνται στο διηνεκές.

Σήμερα, που φαίνεται ότι έρχεται η …πολυπόθητη «ανάκαμψη», μαζί της έρχονται και τα νέα χτυπήματα: Στο δικαίωμα της απεργίας, το πετσόκομμα των προνοιακών επιδομάτων, τον επανυπολογισμό των συντάξεων, τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς κ.λπ.
Μήπως πρόκειται απλά για αντίφαση, για μια ακόμα ανακολουθία «λόγων και έργων» της κυβέρνησης, από αυτές που χαρακτηρίζουν την πολιτική της; Η αλήθεια είναι ότι οι παραπάνω πλευρές της αντεργατικής επίθεσης αποτελούν βασικές προϋποθέσεις για την εξασφάλιση της «εξόδου από την κρίση», για επιστροφή δηλαδή των θετικών ρυθμών στην καπιταλιστική κερδοφορία. Ετσι συνέβαινε και έτσι θα συμβαίνει πάντα στον καπιταλισμό. Οσες φιοριτούρες κι αν βάζουν οι εκάστοτε κυβερνήσεις στην καπιταλιστική ανάπτυξη, αυτή θα είναι από χέρι αντιλαϊκή.

Κι αυτό γιατί δεν υπάρχει άλλος τρόπος για να μεγαλώσουν τα κέρδη, δηλαδή να υπάρχει ανάκαμψη, εκτός από την ένταση της εκμετάλλευσης, τη μείωση της τιμής της εργατικής δύναμης, το ξεκλήρισμα φτωχών αυτοαπασχολούμενων της πόλης και της υπαίθρου. Αυτόν τον «χρυσό κανόνα», που η ίδια η κυβέρνηση και τα αστικά επιτελεία ονομάζουν κατοχύρωση της «ανταγωνιστικότητας», επιχειρούν να ικανοποιήσουν τα τελευταία χρόνια της κρίσης.

Εκεί αποσκοπεί το ξεθεμελίωμα των Συλλογικών Συμβάσεων και όλο το θεσμικό πλαίσιο που διέπει την εργασιακή ζούγκλα. Κι αυτό δεν ανατρέπεται με νόμους «φερετζέδες», όπως αυτόν που έφερε η κυβέρνηση για τα Εργασιακά, οι οποίοι, όπως αποδείχθηκε και στη Βουλή, όχι μόνο περιέχουν ρυθμίσεις που αυτοακυρώνονται, αφού παραμένει άθικτο όλο το νομικό πλαίσιο προστασίας των επιχειρηματικών ομίλων αλλά ψαλιδίζονται τελικά και τα όποια ψίχουλα περιέχουν. Μάλιστα, προς επιβεβαίωση του ότι η στρατηγική για εξασφάλιση φτηνού εργατικού δυναμικού δεν επιτρέπει να πειραχτεί ούτε «κόμμα» από το αντεργατικό θεσμικό καθεστώς, η κυβέρνηση απέρριψε και τις τέσσερις τροπολογίες του ΚΚΕ, που περιλάμβαναν μέτρα σε αντίθεση με όλο αυτό το πλαίσιο. Ακόμα και η απόσυρση διατάξεων του πολυδιαφημισμένου νομοσχεδίου από την ίδια την κυβέρνηση την τελευταία στιγμή δείχνει ότι πρόκειται για ρυθμίσεις πλήρως ευθυγραμμισμένες με τη διαμόρφωση «φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος», δηλαδή με τα συμφέροντα του κεφαλαίου.

Προσπάθεια εξαγνισμού του καπιταλισμού

Η κυβέρνηση, προσπαθώντας να εξαγνίσει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής, επιχειρεί να πείσει ότι η ανάπτυξη που θα εξασφαλίσει δεν θα έχει καμιά σχέση με αυτό που γνώρισε ο λαός ως ανάπτυξη από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Στο σύνθημα δε της «δίκαιης ανάπτυξης» συμπυκνώνει αυτόν τον ισχυρισμό, σε άλλη μια προσπάθεια να χαράξει κάλπικες διαχωριστικές γραμμές με τη ΝΔ, που «εκφράζει το παλιό μοντέλο», της «κρατικοδίαιτης» καπιταλιστικής ανάπτυξης, που «ευνοούσε τους λίγους και όχι τους πολλούς»…

Βεβαίως, ο προσανατολισμός που έχει αποφασίσει να κινηθεί η αστική τάξη της χώρας για την ανάπτυξη της κερδοφορίας της σε σύγκριση με τους ανταγωνιστές της είναι διακηρυγμένος και αδιαμφισβήτητος. Και συμπυκνώνεται στο σχέδιο για «Ελλάδα – κόμβο μεταφοράς εμπορευμάτων, Ενέργειας και τουριστικής ανάπτυξης».

Αυτός ο προσανατολισμός υπηρετείται από όλες τις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών και τα αποτελέσματά του τα βιώνει ο ελληνικός λαός: Τόσο στο όνομα της γεωστρατηγικής αναβάθμισης, που σημαίνει βαθύτερη εμπλοκή στους επικίνδυνους ενδοϊμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς, όσο και στους κλάδους στρατηγικής σημασίας (Τουρισμός, λιμάνια, αεροδρόμια, τηλεπικοινωνίες κ.λπ.), όπου η ένταση της εκμετάλλευσης χτυπάει «κόκκινο».
Γίνεται όμως να υπάρξει δίκαιη ανάπτυξη ενός άδικου από τη φύση του συστήματος; Γίνεται να αναπτυχθεί με δίκαιους όρους ένα σύστημα όπου οι παραγωγοί του πλούτου, οι εργαζόμενοι, δεν είναι ιδιοκτήτες του; Οπου αυτοί που κατέχουν τα μέσα παραγωγής, μια χούφτα καπιταλιστές δηλαδή, κατέχουν και τα αποτελέσματα της δουλειάς εκατομμυρίων εργαζομένων; Προφανώς και όχι.

Ακόμα και τα παραδείγματα των καπιταλιστικών επιχειρήσεων που επέλεξε να διαφημίσει ο Αλ. Τσίπρας την περασμένη βδομάδα, προσπαθώντας να περιγράψει τι σημαίνει «δίκαιη ανάπτυξη», είναι χαρακτηριστικά. Μήπως στα εργοστάσια «Παπαστράτος» και «Apivita» έχει αλλάξει η σχέση του εργαζόμενου με τον εργοδότη του; Μήπως εκεί οι εργαζόμενοι απολαμβάνουν πλούτο ανάλογο με αυτόν που παράγουν;

Είναι αλήθεια ότι μια μερίδα εργαζομένων (κυρίως υψηλής ειδίκευσης) σε τέτοιες επιχειρήσεις, σε τομείς με υψηλή παραγωγικότητα (νέων τεχνολογιών, καπνοβιομηχανία, Φαρμάκου – καλλυντικών), όντως έχουν μεγαλύτερους ονομαστικούς μισθούς, που δεν μειώθηκαν δραστικά την περίοδο της κρίσης, τουλάχιστον σε σύγκριση με άλλους κλάδους.

Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι δεν υπήρξαν αντεργατικές αλλαγές στα ωράρια, στην Ασφάλιση, στην πληρωμή της υπερωριακής απασχόλησης, στις νέες προσλήψεις με μισθούς των 586 και 511 ευρώ μεικτά, που συντείνουν στη γενικότερη ανατροπή των εργασιακών σχέσεων και στη σχετική επιδείνωση των όρων εργασίας για όλους τους εργαζόμενους.

Οι εργαζόμενοι αυτοί είναι επίσης θύματα της αντιλαϊκής πολιτικής που εφαρμόζει συνολικά η συγκυβέρνηση. Πληρώνουν τους δυσβάσταχτους φόρους και χαράτσια, ακριβοπληρώνουν για Υγεία και Πρόνοια, βάζουν βαθιά το χέρι στην τσέπη για να μορφώσουν τα παιδιά τους, ενώ αν και όποτε φτάσουν σε ηλικία σύνταξης θα πάρουν φιλοδώρημα… Και όλα αυτά για να ενισχύονται πολύπλευρα οι καπιταλιστές, δηλαδή τα αφεντικά τους και η τάξη τους.

Η «Κοινωνική Οικονομία», που περιλαμβάνεται στο παραμύθι της «δίκαιης ανάπτυξης», είναι επίσης χαρακτηριστική. Από τη μία αποτελεί άλλο ένα εργαλείο για να αθωώνεται το εκμεταλλευτικό σύστημα και από την άλλη αποτελεί το δούρειο ίππο για την ιδιωτικοποίηση δομών που θα έπρεπε να είναι απολύτως δωρεάν για το λαό και να καλύπτονται από τον κρατικό προϋπολογισμό.

Η περιλάλητη «Κ.ΑΛ.Ο» («Κοινωνική & Αλληλέγγυα Οικονομία») αξιοποιείται από την κυβέρνηση και χρηματοδοτείται αδρά από την ΕΕ, ώστε να συμβάλλει στην ανακύκλωση της ανεργίας και για να αφαιρέσει δυνάμεις από τη διεκδίκηση μόνιμης και σταθερής δουλειάς, στέλνοντάς τις να στήσουν τις δικές τους «συνεταιριστικές» επιχειρήσεις. Αξιοποιείται επίσης ώστε οι απολυμένοι εργαζόμενοι σε επιχειρήσεις που έχουν κλείσει να «παραιτούνται» ουσιαστικά από τις απαιτήσεις τους προς την εργοδοσία.

Ο πρωθυπουργός αξιοποίησε επίσης ως μέρος του «νέου μοντέλου ανάπτυξης» την προώθηση της «καινοτομίας» και της «νεοφυούς επιχειρηματικότητας». Αυτό που κρύβει είναι ότι η «καινοτομία» στον καπιταλισμό δεν αξιοποιείται για να ανακουφίσει πλατιά την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα, ούτε καν αυτόν που συνέλαβε μια «καινοτόμα ιδέα». Καταλήγει στους ίδιους που καταλήγουν όλοι οι κόποι των εργαζομένων, στους μονοπωλιακούς ομίλους. Αλλωστε για κάθε «καινοτόμο σχέδιο» που βρίσκει το δρόμο του και αποδίδει εμπορικά, είναι δεκάδες ή και εκατοντάδες οι ιδέες που παρέμειναν ιδέες, γιατί έτσι αποφάσισε η «αγορά», δηλαδή ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής.

Το μόνο δίκαιο είναι να απολαμβάνουν οι εργαζόμενοι τον πλούτο που παράγουν
Το συμπέρασμα που πρέπει να κρατήσει ο λαός είναι ότι καμιά κυβέρνηση αστικής διαχείρισης δεν μπορεί να φέρει δίκαιη ανάπτυξη του καπιταλισμού. Συνεπώς, δεν πρέπει να δώσει καμιά νέα πίστωση χρόνου στο όνομα της εξόδου από την καπιταλιστική κρίση, γιατί αυτή η έξοδος αφορά το κεφάλαιο και όχι τη μεγάλη λαϊκή πλειοψηφία.

Η μεγάλη κινητοποίηση του ΠΑΜΕ στη Θεσσαλονίκη, η απεργία των εργαζομένων στα πρακτορεία και τα τυπογραφεία την περασμένη Πέμπτη, οι μάχες που ήδη οργανώνονται σε μια σειρά χώρους δουλειάς και θα κλιμακωθούν το επόμενο διάστημα, αποτελούν την καλύτερη απάντηση στην προσπάθεια απόσπασης της λαϊκής συναίνεσης στη σφαγή τους. Στέλνουν το μήνυμα ότι η εργατική τάξη δεν πρέπει να παραιτηθεί από τη διεκδίκηση για επιστροφή των απωλειών που είχε, από την πάλη για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών της.

Στον αντίποδα της «δίκαιης ανάπτυξης» υπάρχει η μόνη φιλολαϊκή διέξοδος, που βρίσκεται στην πολιτική πρόταση του ΚΚΕ και που στηρίζεται στη βασική αρχή ότι ο πλούτος ανήκει δικαιωματικά στους εργαζόμενους, στους μοναδικούς παραγωγούς του.

ΤΕ ΑΡΚΑΔΙΑΣ ΚΚΕ

Τα κείμενα που φιλοξενούνται στην ενότητα ΑΠΟΨΕΙΣ του παρόντος ιστοχώρου, δημοσιεύονται αυτούσια και εκφράζουν τις απόψεις των συγγραφέων τους και όχι της Δημοτικής Ραδιοφωνίας Τρίπολης ή της ΔΕΠΕ Τρίπολης.

 

Προηγούμενο άρθροΠαγκόσμια ημέρα Πρώτων Βοηθειών
Επόμενο άρθροΣυνεδριάζει την Παρασκευή το Περιφερειακό Συμβούλιο Πελοποννήσου
Αργύρης Καρδαράς
Δημοσιογράφος, Δημοτική Ραδιοφωνία Τρίπολης 91,5