Το Σάββατο (11/09) η παρουσίαση του βιβλίου για τον Στέλιο Καζαντζίδη στο Λεβίδι

Το Σάββατο 11 Σεπτεμβρίου 2021 και ώρα 20:30 στο Λεβίδι και στον ξεχωριστό χώρο του Μεγάλου Καφενείου της Μεγάλης Μαντίνειας, θα πραγματοποιηθεί η παρουσίαση του βιβλίου του Θανάση Λάλα με τίτλο: «Στέλιος Καζαντζίδης/Θηρίο Ανήμερο» των Εκδόσεων Αρμός.

Μια εκδήλωση με ένα πλούσιο και πρόγραμμα που είναι αφιερωμένη στον σπουδαίο Έλληνα λαϊκό τραγουδιστή.



 

Αρκετά «λόγια» για το βιβλίο από τον συγγραφέα και τους συντελεστές…

Σε ότι αφορά το συγκεκριμένο βιβλίο κυκλοφόρησε εν μέσω κορωνοϊού μια αυτοβιογραφία του Στέλιου Καζαντζίδη που θα συζητηθεί. Μιλάει για τον Μπιθικώτση, την Χαρούλα, τον Νταλάρα, την Μαρινέλα, την Βιτάλη, την Γαλάνη, τον Σαββόπουλο, τον Θεοδωράκη… την εξουσία, την επιτυχία, τα ναρκωτικά, τον τζόγο, την ζωή του όλη!

Ένα «αλλιώτικο» βιβλίο του Θανάση Λάλα, για το «Ανήμερο Θηρίο» του λαϊκού μας τραγουδιού. 192 αυτοβιογραφικά διηγήματα διαλόγου, 61 φωτογραφικές αφηγήσεις, 14 μοναδικές μαρτυρίες και μια λίστα με όλα όσα επιθυμούσε εν ζωή, ο Στέλιος Καζαντζίδης, η πιο μυθική φωνή που πέρασε από το λαϊκό μας τραγούδι.

«Φωνή σαν του Στέλιου, ίσως ξαναβγεί μετά από 500 χρόνια», είχε πει ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Λάλας στο εισαγωγικό του σημείωμα ξεκινάει: «Έχουν περάσει τριάντα χρόνια από τότε που ο Στέλιος συναντήθηκε με τον Μίκη Θεοδωράκη, καλεσμένοι στην «Φάρμα Των Ανθρώπων», στην εκπομπή που έκανα στο ΣΚΑΪ TV τότε. Κι όμως, μέσα μου, παραμένει σαν χθες αυτή η συνάντηση. Ζωντανή. Σαν να μην έχει κυλήσει ο χρόνος. Υπάρχουν στιγμές αήττητες από τον χρόνο, σαν βράχοι χαράς, που ενώ θαλασσοδέρνονται από τα συνεχή κύματα των γεγονότων της καθημερινής ζωής, αυτές οι στιγμές στέκουν πάντα πάνω απ’ όλα, σαν γλυπτά μνημεία του «ανεπανάληπτου». Η ένταση εκείνων των τεσσάρων ωρών έχει καθίσει σαν αστεράκι μόνιμο στον έναστρο ουρανό της μνήμης μου, αλλά και της μνήμης όλων όσων έχουν χαρεί, κλάψει, γιορτάσει με την φωνή αυτού του μύθου του ελληνικού λαϊκού τραγουδιού…» Και καταλήγει ο Λάλας στο εισαγωγικό του σημείωμα: «… Χωρίς ίχνος υπερβολής, από την ημέρα προβολής αυτής της τετράωρης εκπομπής, δεν υπάρχει ημέρα, τα τριάντα αυτά χρόνια που πέρασαν, που να μη με έχει σταματήσει τυχαία κάποιος άγνωστος στον δρόμο, ζητώντας μου το CD αυτής της μοναδικής εκπομπής! Απίστευτο, αλλά είναι όπως σας το λέω, κυριολεκτώ. Ακόμα και σήμερα απορείς πώς υπάρχουν άνθρωποι τόσο φανατικοί φίλοι αυτού του λαϊκού μύθου που άκουγε στο όνομα Στέλιος Καζαντζίδης. Τολμώ να γράψω ότι έχω πια πειστεί πως ο Στέλιος Καζαντζίδης είναι για το ελληνικό λαϊκό τραγούδι ό,τι η Ουμ Καλσούμ, το «Άστρο της Αvατολής», για τον αραβικό κόσμο και η Μαρία Κάλλας για τον κόσμο του λυρικού τραγουδιού!»…

Σε αυτό το βιβλίο που κυκλοφόρησε και αποτελεί ένα γεγονός εκδοτικό εν μέσω κορονοϊού, μπορεί ο αναγνώστης να συναντηθεί με τον “άλλον Καζαντζίδη”, αυτόν που ακόμα κι αυτοί που από θέση δεν τον άκουσαν μέχρι σήμερα θέλουν να τον ακούσουν. Η Ντίνα Σαμοθράκη, η επιμελήτρια της έκδοσης, τελειώνοντας την ανάγνωση του βιβλίου έγραψε: «Δεν είχα ακούσει Καζαντζίδη… Ήμουν προκατειλημμένη… Ήταν και όλα αυτά που είχα ακούσει για αυτόν… Είμαι ενθουσιασμένη με αυτό το βιβλίο, είναι σαν γλυπτό. Σμιλεύει σιγά σιγά ένα άγαλμα. Ο γλύπτης κινείται γύρω γύρω και αφαιρεί βάρος προσθέτοντας μορφή».

Ο Καζαντζίδης είναι κάτι σπάνιο, όχι μόνο φωνητικά αλλά και σαν προσωπικότητα… Είμαστε από τους πρώτους που διαβάσαμε και χορτάσαμε τον Στέλιο σε 496 σελίδες… Μιλάει ο ίδιος και να μερικά από τα πάρα πολλά που υπογραμμίσαμε:

«Ο πόνος σε κάνει καλύτερο άνθρωπο»,

«Με το τραγούδι κάνεις τη στεναχώρια γιορτή»,

«Οι δραχμές δεν είναι το μέτρο της ευτυχίας, ούτε της επιτυχίας…»,

«Η πείνα σε κάνει ζώο αρπαχτικό, χάνεις την τσίπα σου, την ανθρωπιά σου», «Η μεγάλη φωνή σώζει ζωές»,

«Το “καλύτερη ζωή” κρύβει λακκούβες»,

«Τα μεγάλα έργα θέλουν μεταγγίσεις αίματος»

«Εξακόσιες πενήντα δραχμές για να μάθεις ότι η ζωή έχει δυο πόρτες»,

«Τιμή, τιμή δεν έχει»,

«Με το δάχτυλο στη μύτη, το θηρίο γίνεται ανήμερο»,

«Ο χαρακτήρας σε κάνει μεγάλο κι όχι το ταλέντο»,

«Σοφό σε κάνει το λάθος»,

«Ο βάλτος με τους “βαλτούς” της νύχτας»,

«Ο Μάτσας, μια γκαζιέρα που τα καίει όλα»,

«Ο θάνατος έρχεται εν ζωή»,

«Υπάρχουν τραγούδια που δεν είδαν τον ήλιο και το φεγγάρι»,

«Είναι ποινικό να κακομεταχειρίζεσαι τα δώρα του Θεού»,

«Η φήμη δεν είναι πάντα υγιεινή.Μπορεί και να σε αρρωστήσει»,

«Το τραγούδι είναι ο πολλαπλασιαστής της αντοχής του βασανισμένου ανθρώπου»

«Ο πλούτος που έχει η φτώχεια είναι πιο μεγάλος από όλα τα πλούτη του κόσμου!»,

«Οι φωνές που θα τραγουδούσαν άξια στη γιορτή του λαϊκού τραγουδιού», «Σαν τσίμπλα στο μάτι του ασφαλίτη»,

«Η αλήθεια δεν είναι ακριβή όταν την γνωρίζεις. Όταν την πεις, στοιχίζει»,

«Κάποτε το μπουζούκι ήταν σαν να κρατάς χειροβομβίδα»,

«Η συνήθεια είναι ένας εθισμός που φεύγει μόνο με οδυνηρούς πόνους»,

«Η επιτυχία είναι ξελογιάστρα γυναίκα»,

«Η Μαρινέλλα ήταν μια Κυρία και πρωτοπόρος σε πολλά»,

«Ο χορός είναι καθρέφτης»,

«Οι άνθρωποι χτίζουν τα μεγάλα σπίτια για να ζήσει ο Κανένας»,

«Τρόμος στο πάλκο με τα πιάτα»,

«Η “επταετία” του τζόγου»,

«Το κερδος της χασούρας»,

«Η δικαιοσύνη είναι πάντα το άλλο χέρι της εξουσίας»…

 

Επίσης στο βιβλίο αυτό, ο Καζαντζίδης “κλείνει” την διαμάχη με τον Χρήστο Νικολόπουλο και ο Χρήστος σηκώνει το χέρι του και κλείνει την πόρτα που τον πίκρανε… και σαν δώρο προσφέρει στους αναγνώστες προς ανάγνωση ένα ντοκουμέντο, ένα από τα γράμματα που του έστελνε ο Στέλιος από την Αμερική.

Στο βιβλίο αυτό υπάρχουν και πολλά λόγια για τον Στέλιο από τους:

Άκη Πάνου, Μαρινέλλα, Χατζιδάκι, Μάλαμα, Νταλάρα, Μπιθικώτση, Βιτάλη, Σαββόπουλου, Κουγιουμτζή, Αλεξίου και του Λευτέρη Παπαδόπουλου.

Ένα βιβλίο «άλλο» για το «ανήμερο θηρίο» που παραμένει για τους πολλούς η μεγαλύτερη φωνή του λαϊκού τραγουδιού!

 

Σήμερα προδημοσιεύουμε στο ένθετό μας αποσπάσματα, για να σας ανοίξουμε την όρεξη!

 

«Τα μεγάλα έργα δεν φτιάχνονται με “ανέκδοτα”, αλλά με τις μεταγγίσεις αίματος του καθενός»

Ο μεγάλος τραγουδιστής με την φωνή του ερμηνεύει αυτό που θέλει να πει ο συνθέτης με την μουσική του και ο στιχουργός με τους στίχους του;

«Από τη μια πλευρά υπάρχουν τα κοινωνικά θέματα και ο τρόπος που τα προσεγγίζει ο στιχουργός και ο συνθέτης. Μετά το τραγούδι, η σύνθεση του στίχου και της μουσικής παραδίδονται στον τραγουδιστή. Η φωνή δεν ερμηνεύει, ο τραγουδιστής ερμηνεύει».

 

Μπορεί δηλαδή δυο καλές φωνές να ερμηνεύσουν το ίδιο τραγούδι με άλλον τρόπο; Η παρτιτούρα είναι μπούσουλας ή νόμος;

«Η φωνή είναι ένα όργανο, όπως σου έχω πει. Το αποτέλεσμα που φτάνει στ’ αυτιά του ακροατή, έχει να κάνει με το όργανο, άλλα και με την ζωή την ίδια, τις εμπειρίες του ανθρώπου που διαθέτει αυτό το όργανο. Αλλιώς λέει τη λέξη “μανούλα” ένας άνθρωπος που έχει μεγαλώσει στα πούπουλα κι αλλιώς ένας άνθρωπος που έχει μεγαλώσει μέσα στον πόνο και τα βάσανα. Άλλα πράγματα λέει η ίδια λέξη για τον κάθε άνθρωπο. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις. Το όργανο, η φωνή, εξαρτάται από τα βιώματα και τις εμπειρίες του ερμηνευτή. Η ζωή και η εμπειρία του κάθε τραγουδιστή ερμηνεύουν αυτό που λέει το τραγούδι κι όχι η φωνή του».

Δεκτό… Λένε, όμως, πως ο Μπιθικώτσης όταν ηχογραφούσε το “Άξιον Εστί” του Οδυσσέα Ελύτη, γύρισε και είπε στον Μίκη Θεοδωράκη που είχε γράψει την μουσική: “Τι λέω, ρε Μίκη, εδώ; Δεν καταλαβαίνω τι τραγουδάω…”. Δεν καταλάβαινε τους στίχους… Αλλά το “Άξιον Εστί” ο Μπιθικώτσης το τραγούδησε μοναδικά… Πώς το εξηγείτε;

«Ναι, ισχύει κάποιες φορές κι αυτό. Υπάρχουν περιπτώσεις που ο δημιουργός, ο συνθέτης, γράφει μια μουσική πάνω σε μια φωνή, γράφει μια μουσική και ξέρει ότι αυτή η φωνή μπορεί να αποδώσει καλύτερα την σύνθεση και το τραγούδι του. Στην περίπτωση που αναφέρεις, όμως, παρόλο που πολλοί λένε ότι ο Γρηγόρης τραγουδούσε χωρίς να ξέρει τι λένε οι στί- χοι, εγώ έχω διαφορετική εντύπωση… Μπορεί ο Γρηγόρης να μη μπορούσε να συλλάβει το έργο στο σύνολό του, γιατί είναι πολύ σύνθετο έργο το “Άξιον εστί”, αλλά το “…ανοίγω το στόμα μου”, αυτή την φράση την έχει πει επικά ο Γρηγόρης, γιατί την είχε βιώσει και από την μιά και από την άλλη… Και για να χορτάσει την πείνα του τρώγοντας και για να τραγουδήσει και να χορτάσει την ψυχή του πεινασμένου που τον ακούει. Ο Μπιθικώτσης βρέθηκε κι αυτός στην Μακρόνησο, από την άλλη πλευρά, του στρατιώτη κι όχι του εξόριστου, αλλά επειδή ήταν ευαίσθητος άνθρωπος, ένιωθε τι πάει να πει η φράση: “Ανοίγω το στόμα κι αναγαλλιάζει το πέλαγος” ή “…τις νύχτες που κλαίν’ των ανθρώπων τα βάσανα” ή “ένα το χελιδόνι κι η άνοιξη ακριβή / για να γυρίσει ο ήλιος θέλει δουλειά πολύ/ Θέλει νεκροί χιλιάδες να ’ναι στους τροχούς/Θέλει κι οι ζωντανοί να δίνουν το αίμα τους”. Μπορεί ο Γρηγόρης να μην έπιανε όλη την σύνθεση του έργου, αλλά είχε σημεία που πατούσαν στα βιώματά του. Δεν πιστεύω ότι ο Γρηγόρης εκτέλεσε απλώς τις εντολές του Μίκη στο ”Άξιον εστί” ή στον “Επιτάφιο”! Είναι ωραία τα ανέκδοτα για να γελάμε στην παρέα, αλλά τα μεγάλα έργα δεν φτιάχνονται με ανέκδοτα, αλλά με τις μεταγγίσεις αίματος του καθενός!»

 

«Το να κακομεταχειρίζεσαι το θείο δώρο είναι ποινικό αδίκημα»

Η φωνή σας αντέχει στον χρόνο;

«Η φωνή είναι ένα θείο δώρο, γι’ αυτό δεν έχουμε το δικαίωμα να την κακομεταχειριζόμαστε. Για μένα το να κακομεταχειρίζεσαι το θείο δώρο είναι ποινικό αδίκημα! Θα μπορούσε να υπάρχει ποινή, μέχρι και ισόβια κάθειρξη… (γέλια) Εγώ τραγουδάω ακόμα, γιατί την πρόσεξα την φωνή μου. Την περιποιήθηκα… την προστάτεψα. Από πολύ νωρίς άφησα το ξενύχτι στα κέντρα, σταμάτησα να καπνίζω. Αυτό θέλω να περάσει σαν μήνυμα όχι μόνο προς τους συναδέλφους, αλλά προς τον κόσμο όλο… Είμαι αντικαπνιστής. Δεν πίνω τίποτα πια. Τίποτα απ’ αυτά… Ζω πιο πολύ κοντά στη φύση».

Μπορεί να χαθεί μια μεγάλη φωνή; “Καίγεται” ένα φυσικό ταλέντο; Υπάρχουν “χαμένα ταλέντα”;

«Σίγουρα υπάρχουν φωνές που δεν ακούστηκαν όσο θα έπρεπε, φωνές που δεν δοξάστηκαν, ενώ το άξιζαν, και φωνές που χάθηκαν. Ταλέντα πραγματικά

που χάθηκαν, δεν κατάφεραν να φτάσουν το ύψος που μπορούσαν να φτάσουν, ούτε καθιερώθηκαν ποτέ… Είναι δύσκολο να καθιερωθεί ένα ταλέντο. Θέ- λει προσπάθεια μεγαλύτερη από το ταλέντο που διαθέτει. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις… Το ταλέντο, χωρίς πολλά άλλα πράγματα μαζί, είναι γυμνό μπροστά σε πολλές μπόρες. Πολλές φορές σκέφτομαι ότι ο άνθρωπος που τα καταφέρνει έχει τελικά δύο ταλέντα. Δεν φτάνει το ένα για να καθιερωθείς…»

 

«Η φήμη δεν είναι πάντα υγιεινή… Μπορεί και να σε αρρωστήσει…»

«Πολλές φορές σκέφτομαι ότι ο άνθρωπος που τα καταφέρνει έχει δύο ταλέντα. Δεν φτάνει το ένα για να καθιερωθείς…» Αυτό δεν το έχω ξανακούσει… Μου αρέσει… Δεν μου το εξηγείτε λίγο περισσότερο, να το καταλάβω;

«Να, σκέφτομαι μερικές φορές ότι κι αν έχεις όποιο ταλέντο, μουσικό, ζωγραφικό, στο γράψιμο… χρειάζεσαι απαραιτήτως και το ταλέντο να ζεις, να επιβιώνεις, να αντιστέκεσαι στα κακά που σου κλέβουν το μυαλό κι έρχονται και κολλάνε πάντα σαν βδέλλες πάνω στους ταλαντούχους. Το ταλέντο σου δεν είναι μόνο μαγνήτης του καλού. Τραβάει πάνω του και το κακό! Ο καλός τραγουδιστής αργά ή γρήγορα θα γίνει γνωστός, θα περπατάει στον δρόμο και θα του μιλάνε όλοι… Η φήμη είναι ένα ανοιχτό παράθυρο, μια ανοιχτή πόρτα… Εύκολα τα μυαλά παίρνουν αέρα και χάνεις τον εαυτό σου, τον στόχο σου, τις αξίες σου… Χωρίς να το πολυκαταλάβεις γίνεσαι άλλος… Η φήμη δεν είναι πάντα υγιεινή… Μπορεί και να σε αρρωστήσει… Γι’ αυτό χρειάζεται να έχεις και το ταλέντο να παραμένεις αυτό που είσαι. Να μην κολακεύεσαι με αυτό που δεν είσαι, αλ- λά αρέσει στους άλλους να είσαι. Δεν ξέρω αν με καταλαβαίνεις».

– Πολύ καλά σας καταλαβαίνω, μην ανησυχείτε… Εσείς κινδυνέψατε να χαθείτε; Πιάσατε τα μυαλά σας να παίρνουν «αέρα»;

«Όχι, δεν κινδύνεψα. Ποτέ. Πάντα ήμουν με τα πόδια στη γη…»

 

«Θεέ μου μεγαλοδύναμε, το όνομα στη μαρκίζα, το χασίσι κι η Σεβάς»

Πότε είδατε το όνομά σας γραμμένο έξω από το μαγαζί που τραγουδάγατε; Εννοώ στη μαρκίζα…

«Στο μαγαζί που πρωτοεμφανίστηκα με τον Κλουβάτο».

Πώς νιώσατε όταν είδατε το όνομά σας γραμμένο στη μαρκίζα;

«Τα ’χα λίγο χαμένα, αλλά χαιρόμουν κιόλας. Κι εδώ υπάρχει ένα περιστατικό που θέλω να σου πω. Το ’χω ξαναπεί, αλλά θέλω να το ακούσεις κι εσύ. Υπήρχε πάντα το διάλειμμα του λαϊκού συγκροτήματος και τότε στα διαλείμματα των λαϊκών υπήρχε ένα συγκρότημα που έπαιζε τα ευρωπαϊκά, τα χορευτικά. Υπήρχε λοιπόν ένας άνθρωπος που παρακολουθούσε τις διαθέσεις του κόσμου και, όταν καταλάβαινε ότι πήγαινε να βαρύνει πολύ η κατάσταση με τα λαϊκά, έδινε το σύνθημα: «Κάτω, παιδιά, όλοι, τώρα διάλειμμα, θα παίξουμε ευρωπαϊκά». Αυτός κανόνιζε το πότε ήταν η ατμόσφαιρα κατάλληλη για να παιχτούν τα ευρωπαϊκά. Και το πρώτο βράδυ, λοιπόν, στο διάλειμμα, μια ομάδα από τρεις-τέσσερις μουσικούς του συγκροτήματος του Κλουβάτου πάνε στα σκοτεινά, σε κάτι μάντρες, να πλακωθούνε στις φούμες. Ο πιανίστας, ο κυρ-Μήτσος ο Μέρτικας, ο οποίος ήταν και πρόεδρος του συλλόγου μουσικών τότε, φαίνεται ότι κάθισε και με άκουσε με προσοχή όλη την νύχτα που τραγουδούσα και έπαιζα, αλλά δεν περιορίστηκε στο άκουσμα της φωνής μου μόνο, με έψαξε και σαν χαρακτήρα».

Και τι έγινε; Γιατί το λέτε αυτό;

«Έχω τον λόγο μου. Άκου. Ο ακορντεονίστας του συγκροτήματος μου έκανε πρόταση να ακολουθήσω τον «λόχο»… Τότε ο κυρ-Μήτσος με φώναξε: «Ψιτ, ψιτ, έλα εδώ, πού πας;». Λέω: «Κυρ-Μήτσο, δεν ξέρω πού πάω. Τα παιδιά μού είπαν να τους ακολουθήσω». «Έλα εδώ», μου λέει, «έλα εδώ». Έπαιζε ευρωπαϊκά στο μαγαζί κι ο κόσμος χόρευε. «Πιάσε την καρέκλα», μου λέει, «και κάτσε εδώ. Ξέρεις πού πάνε αυτοί;». «Όχι», του λέω. «Και πού πας τότε; Ωραία, σου είπε έλα. Γιατί δεν του λες τι σε θέλει, πού πάμε;». Λέω: «Τι μπορεί να θέλει; Πού μπορεί να πηγαίνει;». «Πάνε να πιουν χασίσι αυτοί. Ξέρεις τι είναι αυτά;». «Έχω ακουστά κάτι», του λέω. Μου λέει: «Θέλεις να το μάθεις αυτό το πράγμα; Θέλεις να γίνεις χασικλής; Έχεις πολύ ωραία φωνή και θ’ ανέβεις πολύ ψηλά. Όμως αυτό το πράγμα, σαν παππούς σε συμβουλεύω, να μην το βάλεις στο στόμα σου».

Και τον ακούσατε;

«Δεν ξέρω, είναι φορές που ένα πράγμα μάς το λένε πολλοί άνθρωποι και δεν ακούμε τίποτα. Κι ένας απ’ όλους βρίσκει ξαφνικά έναν τρόπο ή μας βρίσκει σε μια τέτοια ψυχολογική κατάσταση που τον ακούμε και το δεχόμαστε αυτό που λέει».

Δεν έχετε καπνίσει ποτέ χασίσι; Μου φαίνεται απίθανο…

«Δεν ξέρω πώς, αλλά δέχτηκα αυτό που με συμβούλεψε και ορκίστηκα να κρατήσω τη συμβουλή του κυρ-Μήτσου του Μέρτικα. Να μην τον γελάσω ποτέ, γιατί του ’χα δώσει τον λόγο μου ότι δεν πρόκειται να ακολουθήσω τα παιδιά ούτε θα μάθω το χασίσι. Γι’ αυτό και δεν ήμουν ποτέ περίεργος να μπλέξω με ναρκωτικά και τέτοια».

Καλά, δεν μπλέξατε, αλλά δεν βάλατε ποτέ στο στόμα σας χασίσι;

«Δεν λέω ότι δεν ήπια ποτέ. Ποτέ δεν κόλλησα με αυτά. Ήπια μετά από καιρό στη δουλειά από καλαμπούρι, να δω κι εγώ τι πράγμα είναι αυτό…»

Μια φορά έχετε δοκιμάσει;

«Στην αρχή σιγά-σιγά για πλάκα μετά τη δουλειά έκανα κάποιες φορές. Να ’χω πιει πενήντα φορές συνολικά. Αυτή που έπινε πάρα πολύ και που ήθελε οπωσδήποτε να με κάνει χασικλή, ήταν η Σεβάς Χανούμ. Αυτή η φουκαριάρα έπινε πολύ, πάρα πολύ. Της είχε γίνει πάθος. Και δεν μπορούσε να τραγουδήσει, αν δεν έπινε τη δόση της. Νόμιζε ότι χωρίς αυτό το πράγμα δεν αξίζει τίποτα, ενώ είχε ωραία φωνή. Και ήταν και αρτίστα σπουδαία. Αλλά είχε την ψευδαίσθηση αυτή και νόμιζε ότι έπρεπε να με μάθει κι εμένα. Γι’ αυτό και δεν κράτησε και πολύ η συνεργασία και η σχέση με την Σεβάς Χανούμ. Είδα ότι θα με κατέστρεφε».

 

Info:

Θανασης Λαλας
Στελιος Καζαντζίδης
«Ανήμερο θηρίο»
σελιδες 496
Εκδόσεις ΑΡΜΟΣ
Σε όλα τα βιβλιοπωλεία.
Μπορείτε να  το προμηθευτείτε πρώτοι: ARMOSBOOKS.GR

 

 

Προηγούμενο άρθροΔ.Τρίπολης | Πρόσληψη προσωπικού, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, μερικής απασχόλησης
Επόμενο άρθροΔεκαέξι νέα κρούσματα κορωνοϊού στην Αρκαδία